- κυβέλη
- I
Θεότητα της Φρυγίας και της Λυδίας κατά την αρχαιότητα, η λατρεία της οποίας εξαπλώθηκε και στον ελλαδικό χώρο. Επρόκειτο για ένα ανώτατο ον θηλυκού γένους, ένα ασιατικό αντίστοιχο της Μεγάλης Μητέρας Θεάς. Περιστοιχιζόταν από τον Ουρανό, τον Άττη (έναν ημίθεο που θυμίζει από πολλές απόψεις τον Άδωνη) και από ένα πλήθος δαιμόνων, με τη γενική ονομασία Koρύβαντες. Το όνομα Κ. αποτελεί στην πραγματικότητα επίθετο (Kubaba, όπως διαβάζεται σε επιγραφές στα χετιτικά) και προήλθε από έναν τόπο λατρείας της θεάς, ένα βουνό της Φρυγίας με ασαφή ταύτιση (βλ. λ. Κύβελα). Άλλες προσφωνήσεις της θεάς αποτελούν παρόμοια λατρευτικά επίθετα (Βερεκυντία από αρχαίο φρυγικό φύλο, που ονομαζόταν Βερέκυντες· Δινδυμήνη από το όρος Δίνδυμον, Πεσσινουντίς κ.ά.), επειδή η θέση της ως μοναδικής θεότητας δεν απαιτούσε κάποιο συγκεκριμένο όνομα· ήταν γενικά η Μητέρα των πάντων, η θεά της γονιμότητας. Θεότητες του μεσογειακού χώρου με αντίστοιχες ιδιότητες ήταν η φοινικική Αστάρτη και η βαβυλωνιακή Ιστάρ, ενώ ανάμεσα σε άλλες, στον ελλαδικό χώρο, παραλληλιζόταν με τη Ρέα, τη Δήμητρα και την Αφροδίτη.Το σύμβολό της ήταν το λιοντάρι, ενδεικτικό της δύναμής της. Εικονιζόταν συνήθως με τη μορφή βασίλισσας που έφερε πυργωτό στέμμα (όμοιο με το τείχος που περιβάλλει τις πόλεις), καθισμένη σε θρόνο ανάμεσα σε δύο λέοντες ή πάνω σε άρμα συρόμενο από λέοντες.Η φρυγική Κ. ήταν η θεά της γονιμότητας, των πολιτικών θεσμών και η προστάτιδα των πόλεων. Στη λατρεία της κυριαρχούσε ο οργιαστικός χαρακτήρας, ενώ οι τελετές συμβόλιζαν την περιοδική αναγέννηση της φύσης την άνοιξη, κατ’ αντιστοιχία με τον μύθο του Άττη. Ο νεαρός αυτός συνευρέθηκε ερωτικά με τη θεά (η οποία επονομαζόταν Άγδιστη στην περιοχή της Πεσσινούντας), αλλά πέθανε βίαια και κατόπιν αναστήθηκε. Σύμφωνα με μια άλλη παραλλαγή, αυτοευνουχίστηκε και αποτέλεσε το πρότυπο των γάλλων (ονομασία κάποιων ευνούχων ιερέων στην υπηρεσία της Κ.). Στην Πεσσινούντα υπήρχε τάφος του Άττη και κάθε άνοιξη γιορταζόταν εκεί ο θάνατος και η ανάστασή του. Οι γιορτές περιλάμβαναν πομπές με προσωπεία, εκστατικούς χορούς υπό τους ήχους αυλού και διαφόρων κρουστών οργάνων (κύμβαλα, τύμπανα κλπ.)· οι εκτελεστές ονομάζονταν Κορύβαντες, όπως άλλωστε και οι δαίμονες-ακόλουθοι της θεάς. Ορισμένοι συμμετέχοντες μαστιγώνονταν μέχρις αίματος και εκείνοι που σκόπευαν να γίνουν γάλλοι, φτάνοντας στο αποκορύφωμα του παροξυσμού, αυτοευνουχίζονταν μιμούμενοι τον εορτάζοντα θεό.Η λατρεία της Κ. διαδόθηκε μεταξύ των Ελλήνων μέσω των πόλεων των ακτών της Μικράς Ασίας κατά την αρχαϊκή περίοδο, αλλά στην κυρίως Ελλάδα δεν είχε ευρεία διάδοση. Οι σημαντικότεροι ναοί της Κ. στον ελλαδικό χώρο ήταν αυτοί της Αθήνας (Μητρώο στην Αγορά), της Θήβας και της Ολυμπίας. Κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή η λατρεία αυτή απέκτησε μυστηριακή μορφή. Η λατρεία της εισήχθη στη Ρώμη το 205/4 π.Χ. Προς τιμήν της τελούνταν ετήσιοι αγώνες κάθε Απρίλιο, γνωστοί ως Megalenses (τα Μεγαλήσια, από το ελληνικό Μεγάλη Μήτηρ). Το ρωμαϊκό κράτος δυσφόρησε απέναντι στις οργιαστικές τελετές και στους ευνουχισμούς, επιτρέποντας την πρακτική της αρχικά μόνο στους Φρύγες. Η φρυγική λατρεία αναπτύχθηκε έτσι κατά αυτόνομο τρόπο: δημιουργήθηκαν ενώσεις πιστών και μια ιερατική οργάνωση με έναν ανώτατο ιερέα, που ονομαζόταν Άττης και είχε βοηθό του έναν αρχιγάλλο, ο οποίος διηύθυνε τους γάλλους. Στους αυτοκρατορικούς χρόνους η φρυγική λατρεία αναγνωρίστηκε επίσημα και γιορταζόταν δημόσια τον Μάρτιο.II
Η μικρασιατική θεά Κυβέλη, σε ανάγλυφο του ναΐσκου της Μητέρας Γης (Μουσείο Καπιτωλίου, Ρώμη).
(Σμύρνη 1888 – Αθήνα 1978). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της ηθοποιού του θεάτρου και θιασάρχισσας Κυβέλης Αδριανού. Θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες και πιο σημαντικές παρουσίες του εγχώριου θεάτρου. Ανατράφηκε από τους θετούς γονείς της, Αναστάσιο και Μαρία Αδριανού, οι οποίοι μετοίκησαν στην Αθήνα. Ήταν μαθήτρια του καθηγητή απαγγελίας Μάρκου Σιγάλα και πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο σε πολύ μικρή ηλικία (1901)· συγκεκριμένα έκανε την εμφάνισή της στη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου ως κορυφαία του Χορού στην Άλκηστη του Ευριπίδη. Αμέσως μετά υποδύθηκε την Ιουλιέτα στο έργο του Σαίξπηρ Ρωμαίος και Ιουλιέτα, εντυπωσιάζοντας το αθηναϊκό κοινό με το πηγαίο ταλέντο της. Στα πρώτα χρόνια της καριέρας της ερμήνευσε πλήθος ετερόκλητων ρόλων, που υπήρξαν ενδεικτικοί του μεγάλου ταλέντου της. Την περίοδο 1906-32 ερμήνευε με τον προσωπικό της θίασο έργα διαφόρων συγγραφέων με μεγάλη απήχηση· μάλιστα, η ερμηνεία της στο έργο Φωτεινή Σαντρή έκανε τον ίδιο τον συγγραφέα Γρηγόριο Ξενόπουλο να εντυπωσιαστεί και να γράψει και άλλα έργα για την ίδια: Ραχήλ, Μονάκριβη κ.ά. Την περίοδο 1932-35 συνεργάστηκε με τη μεγάλη καλλιτεχνική της αντίπαλο Μαρίκα Κοτοπούλη, ανεβάζοντας τα έργα Μαρία Στιούαρτ και Το επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες επιτυχίες σε διάφορα κλασικά έργα του ξένου δραματολογίου, με τα οποία καθιερώθηκε πλέον οριστικά ως πρωταγωνίστρια. Η χάρη, η γοητεία και, προπαντός, η δύναμη του ταλέντου της και η υποκριτική της τέχνη τη διατήρησαν για πολλά χρόνια στην κορυφή του ελληνικού θεάτρου. Ύστερα από απουσία της από τη σκηνή λόγω του πολέμου, επανήλθε το 1944 και έπαιξε στον θίασο της Mαρίκας Kοτοπούλη, στο Eθνικό Θέατρο, στον θίασο Kατερίνας κ.α., με μεγάλη επιτυχία. Με την πάροδο του χρόνου, η Κ. αραίωσε τις εμφανίσεις της στο θέατρο, χωρίς ποτέ να μειωθεί το ενδιαφέρον της για την άνοδο της θεατρικής στάθμης της χώρας. Την περίοδο 1963-65 υπήρξε πρωταγωνίστρια στο Kρατικό Θέατρο Bορείου Eλλάδος. Ορισμένα από τα έργα που ερμήνευσε κατά την τελευταία περίοδο της καριέρας της υπήρξαν τα ακόλουθα: Λοκαντιέρα, Kράτος του ζόφου, Έντα Γκάμπλερ, Άπιστη, Δάφνη Λωρεόλα, Το μυστικό της κοντέσας Bαλέραινας, Αναστασία, Μάνα κουράγιο, Το νησί της Αφροδίτης, Ματωμένος γάμος κ.ά. Γνήσια θεατρική ηθοποιός, εμφανίστηκε μόλις δύο φορές στον κινηματογράφο: στο φιλμ Ο κακός δρόμος (1933), μαζί με την κόρη της, Μιράντα Μυράτ, και στο φιλμ του Ορέστη Λάσκου Η άγνωστος (1956), κινηματογραφική μεταφορά μιας μεγάλης θεατρικής επιτυχίας της του 1911.Tιμήθηκε με το Aριστείο Γραμμάτων και Tεχνών, τον Aνώτερο Tαξιάρχη Eυποιίας, το Γαλλικό Mετάλλιο Aκαδημαϊκών Δαφνών, το μετάλλιο της πόλης της Pόδου και το χρυσό μετάλλιο του δήμου Θεσσαλονίκης.Η προσωπική της ζωή υπήρξε αρκετά ταραχώδης. Παντρεύτηκε τρεις φορές, αλλά ο τελευταίος γάμος της (με τον πολιτικό Γεώργιο Παπανδρέου) την ανάγκασε να απαρνηθεί για αρκετά χρόνια τη σκηνή που τόσο αγάπησε. Οι επίσης ηθοποιοί Μήτσος Μυράτ και Κώστας Θεοδωρίδης υπήρξαν σύζυγοί της. Από αυτούς απέκτησε τις κόρες της, Μιράντα και Αλίκη αντίστοιχα, οι οποίες επίσης ακολούθησαν την οικογενειακή παράδοση και ασχολήθηκαν με την ηθοποιία.IIIΗ κορυφαία Ελληνίδα ηθοποιός Κυβέλη υπήρξε έξοχη ερμηνεύτρια δραμάτων και κωμωδιών (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
(Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 8 Μαρτίου 1861. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεση του είναι περίπου 11,0 και σε απόσταση μίας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 6,62. Διεθνώς ονομάζεται Cybele 65.* * *κυβέλη, ἡ (Α)(κατά το Μέγα Ετυμολογικό) «κύαρ»*.
Dictionary of Greek. 2013.